Της Μάρως Μπελντερτζή
«Όταν παραπονιέσαι για το ΚΑΚΟ, το διπλασιάζεις. Όταν το περιγελάς, το εξουδετερώνεις» – Κομφούκιος, Κινέζος φιλόσοφος
«Το γεγονός πως ο άνθρωπος γνωρίζει το ΚΑΛΟ και το ΚΑΚΟ, αποδεικνύει την ανωτερότητα της σκέψης του, σε σχέση με τα ζώα. Το γεγονός πως παρ’ όλα αυτά, κάνει το ΚΑΚΟ, αποδεικνύει την ηθική κατωτερότητα του, σε σχέση με τα ζώα» – Mark Twain, Αμερικανός συγγραφέας
«Το ΚΑΛΟ είναι πιο ενδιαφέρον από το ΚΑΚΟ, γιατί είναι πιο δύσκολο» – Paul Claudel, Γάλλος ποιητής
Πώς θα ξεχώριζε ο ΚΑΛΟΣ, αν δεν υπήρχε ο ΚΑΚΟΣ; Τι αξία θα είχε η ΑΛΗΘΕΙΑ, αν δεν υπήρχε το ΨΕΜΑ; Πώς θα ορίζαμε την ΟΜΟΡΦΙΑ, αν δεν υπήρχε η ΑΣΧΗΜΙΑ;
Αυτά τα ερωτήματα, όπως και χιλιάδες άλλα, θα πρέπει να απασχολούν τη σκέψη όσων έρχονται αντιμέτωποι, έστω και μία φορά στη ζωή τους, με τοξικούς, προβληματικούς και πάμφθηνους ανθρώπους, που μόνη τους έννοια όλη μέρα – κάθε μέρα είναι πώς θα πουλήσουν αξίες, πώς θα ανταλλάξουν συνειδήσεις και τελικά πώς θα εκμεταλλευτούν, πώς θα προσβάλλουν και πώς θα βλάψουν καλοπροαίρετους συνανθρώπους τους.
Έχοντας τη φυσική τους ηλιθιότητα ως δύναμη, προφανώς δε βρίσκουν άλλον τρόπο να καταστήσουν υπαρκτή την ανύπαρκτη προσωπικότητά τους, παρά μόνο βλάπτοντας και σκορπίζοντας εχθρούς σε κάθε πέρασμά τους. Χαρακτηρίζονται από τον πρωταγωνιστικό ρόλο που έχουν στις κακοπαιγμένες επαναλαμβανόμενες ταινίες, τις οποίες συνάμα σκηνοθετούν, με διαφορετικούς συμπρωταγωνιστές κάθε φορά, αλλά με το ίδιο κακό και αποτυχές φινάλε.
Άλλοι τον παρομοιάζουν με «άγγελο», άλλοι με «άγιο» κι άλλοι απλά με υγιή ψυχή τε και πνεύματι άνθρωπο, που επισφραγίζει την αιτία της ύπαρξής του, με την ΚΑΛΟΠΡΟΑΙΡΕΤΗ υπόστασή του, που την εξαργυρώνει ΠΑΝΤΑ εμπράκτως, σε κάθε σταυροδρόμι της ζωής του. Στον αντίποδα, εκείνος που άλλοι αντιλαμβάνονται ως «προβληματικό», άλλοι ως «κουτοπόνηρο», «κομπλεξικό» και «υστερόβουλο» κι άλλοι απλά ως άρρωστο ψυχή τε και πνεύματι.
Συστήνεται με πλασματικό ψεύτικο «φαίνεσθαι», προσαρμόζοντας την ανύπαρκτη προσωπικότητά του στην υπαρκτή των εκάστοτε άλλων, σκοτώνοντας κάθε ΚΑΛΟ με το ΚΑΚΟ του «είναι» για φινάλε, ιδίως όταν έχει ευεργετηθεί, χωρίς να το αξίζει. Δεν έχει ουδέποτε να προβάλει κάτι ουσιώδες, γι’ αυτό και αναλώνεται στην έπαρση και την πλασματική ψεύτικη εικόνα, που ματαιόδοξα επιδεικνύει, αφήνοντας την πραγματικότητα της ζωής του, να τον διαψεύδει και να τον γελοιοποιεί πανηγυρικά.
Το λαϊκό ρητό, λοιπόν: «καλό αν κάνεις ή κακό… θα’ ρθει να σε γυρέψει», βρίσκει απόλυτη εφαρμογή, αφενός σε εκείνους τους υπέροχους ανθρώπους, που καμία τύχη και καμία μοίρα δεν ορίζει την προκοπή και την ευτυχία τους και αφετέρου σε εκείνα τα κακέκτυπα που αγωνίζονται για να κάνουν το ευτελές τους «είναι» ορατό, απ’ τη στιγμή που είναι αόρατα και ανύπαρκτα τα ΚΑΛΑ τους έργα, για να τους εκπροσωπήσουν.
Ως κληρονόμοι του πάμπλουτου πολιτισμού μίας χώρας, η οποία γέννησε και μοιράστηκε αυτό τον πολιτισμό με όλο τον κόσμο, γιατί να υπάρχουν άραγε αυτά τα κακέκτυπα, που θα εκπροσωπούσαν επάξια, τριτοκοσμικές χώρες, αντίστοιχου μικροπρεπούς επιπέδου με τη συμπεριφορά τους; Γιατί πολύ απλά, χωρίς αυτά τα κακέκτυπα, δε θα υπήρχε η ισορροπία στη ζωή, ώστε να ξεχωρίζει ο χρυσός ακόμα και μέσα στο βούρκο.
Η πίστη του καθενός και τα «ιερά» και «όσια», με τα οποία άπαντες υποτίθεται ότι χτίζουν την ύπαρξή τους, δε μυρίζουν λιβάνι, ούτε φοράνε ράσα, αλλά αποδεικνύονται καθημερινά εμπράκτως στο μεγαλοπρεπές «είναι» των ανθρώπων κι όχι στο μικροπρεπές τους «φαίνεσθαι».
Έχοντας έρθει όλοι αντιμέτωποι, έστω και μία φορά στη ζωή μας, με το ΚΑΚΟ, το άσχημο και το προσβλητικό, σε όποιο πλασματικό ψεύτικο περιτύλιγμα κι αν μας συστήθηκε αυτό, προσπαθούμε να μην ξεχνάμε ποτέ την αρνητική αίσθηση που μας είχε αφήσει βαθιά μέσα μας η ΚΑΚΗ του ενέργεια, από τις πρώτες κιόλας συναναστροφές μαζί του, ώστε να το αναγνωρίσουμε άμεσα σε ενδεχόμενη μελλοντική συναναστροφή.
Το να πολεμάς το ΚΑΚΟ, για το ΚΑΚΟ που σου έκανε, είναι σα να βαράς δυνατά το κεφάλι σου στον τοίχο και να μην περιμένεις, ότι κάποια στιγμή αυτό θα σπάσει. Όποιος «σκοτώνει», ουσιαστικά «αυτοκτονεί», γι’ αυτό ας πιστέψουμε και ας επενδύσουμε στις καλές μας πράξεις, η αναμφίβολη επιστροφή των οποίων, μας ανταμείβει… αργά ή γρήγορα!