Γεννημένος στην πόλη του Ρεθύμνου από πατέρα Ασηγωνιώτη και μάνα Ρουσσοσπιτιανή, ο Στέλιος Μπικάκης, έπιασε τη λύρα στα χέρια του για πρώτη φορά 13 χρόνων, όχι γιατί ονειρευόταν να γίνει λυράρης ή τραγουδιστής, μα μόνο & μόνο γιατί ακούγοντας συνεχώς στο δισκάδικο που είχε ο πατέρας του στη Μεγάλη Πόρτα μουσικές και τραγούδια από τότε που γεννήθηκε, το όργανο αυτό είχε μπει στην ψυχή του. Οι ήχοι της βροντόλυρας συνεχώς του χάιδευαν τ’ αυτιά, οι φωνές μεγάλων Κρητικών καλλιτεχνών ήταν καθημερινή του συντροφιά, οι επισκέψεις λυράρηδων & λαουτιέρηδων στο μαγαζί που εκείνος περνούσε τις περισσότερες ώρες του, λειτούργησαν έτσι, που θαρρείς και ποτίστηκε το «είναι» του από το μεγαλείο της Κρήτης.
Το δισκάδικο του πατέρα του ήταν η αφετηρία για τον δρόμο που ακολούθησε ενώ η άρνηση του πατέρα του να του αγοράσει λύρα, δεν στάθηκε εμπόδιο, γιατί ο παππούς «συνωμότησε» με τον εγγονό και η πρώτη λύρα, το πιο «επιθυμητό παιχνίδι» για τον μικρό τότε Στέλιο, έγινε η αφετηρία της πορείας του στο δρόμο της μουσικής και του τραγουδιού.
Μόρφωση ακαδημαϊκή δεν απέκτησε, η τσάντα κλειστή πηγαινοερχόταν απ’ το σπίτι στο σχολείο και αντίστροφα, μα έτσι κι αλλιώς, όταν για κάποιους η ψυχή μιλάει, η ψυχή διδάσκει, η ψυχή έχει το χάρισμα να εκφράζεται με νότες ή στίχους και αυτό γίνεται καθημερινότητα, τρόπος, ζωής και βίωμα, τα πτυχία δεν αποκτούν ιδιαίτερο νόημα.Ο Στέλιος Μπικάκης, ούτε σε Ωδείο πήγε, ούτε και δάσκαλο λυράρη συγκεκριμένο είχε.
Δάσκαλοί του με τoν δικό τους τρόπο, για λίγες ή περισσότερες στιγμές καθένας, υπήρξαν πολλοί και σημαντικοί που έτυχε όταν πήγαιναν για κάποια δουλειά τους στο δισκάδικο, να τον βλέπουν να γρατζουνάει τη λύρα και διέκριναν το ταλέντο του. Σπύρος Σηφογιώργης, Νίκος Μανιάς, Γιάννης Μαρκογιαννάκης, Γιώργος Χατζηδάκης, ήταν κάποιοι από αυτούς που είχε την τύχη να του δώσουν συμβουλές, να του υποδείξουν τεχνικές.Το δοξάρι και το σιγοτραγούδισμα, ήταν ότι αγάπησε περισσότερο και ότι αγαπάει ακόμα. Πολύ νωρίς ανακάλυψε και το χάρισμα που του έδωσε ο Θεός, όπως λέει, αυτό του να μπορεί με μεγάλη ευκολία να γράψει στίχους.«Με τις μαντινάδες δεν τα καταφέρνω αλλά με τα τραγoύδια έχω μεγάλη άνεση, μου έδωσε ο Θεός το χάρισμα της πένας», εξομολογείται. Κι αυτό του το χάρισμα, γίνεται φανερό σε όλους τους δίσκους που έχει κάνει, αφού είναι στιχουργός σχεδόν όλων των τραγουδιών που ερμηνεύει. Δεκαέξι χρόνων, σε ταβέρνες της παραλίας, στο δρόμο και σε κρητικές βραδιές ξενοδοχείων, παίζοντας για τουρίστες, ο Στέλιος Μπικάκης βγάζει το πρώτο του μεροκάματο. «Tετρακόσιες δραχμές ήταν, έπαιζα με τον Ανδρέα τον Xατζηδάκη από τις επτά το απόγευμα, μέχρι τις δέκα το βράδυ», θυμάται, «έπαιζα όμως και σε γλέντια, σε τίποτα βαφτίσια, αλλά μόνο συγγενών».Στο στρατό, συνυπηρετεί με τον γιο του Ψαραντώνη τον Γιώργο Ξυλούρη και τον Μανώλη Σαλούστρο.
Η τριάδα λειτουργεί σαν ορχήστρα στρατοπέδου και η επαφή αυτή βοηθά καθοριστικά τον Στέλιο όταν πια έχει απολυθεί. Κάποιους στίχους που είχε γράψει και τους είχε φυλάξει σ’ ένα συρτάρι, τους κάνει τραγούδι όταν απολύεται το 1985. Είναι το καλαματιανό «Πάλι για σένα τραγουδώ». Ηχογραφεί τον πρώτο του δίσκο και γίνεται αποδεκτός. Για να συνεχίσει με το δίσκο «Ερωτικό παράπονο» και το τραγούδι, «Γλυκό μου λάθος» να γίνεται σουξέ και να τραγουδιέται σ’ όλη την Κρήτη. Μα και όλοι οι επόμενοι δίσκοι, αγαπιούνται κι αγοράζονται. «Νυχτέρια», «Το παρόν», «Μια βόλτα στο σκοτάδι», «Για σένα», αφήνουν τις καλύτερες εντυπώσεις. Τα μαγαζιά όπου εμφανίζεται σε Ρέθυμνο, Χανιά, Ηράκλειο ήταν πάντα γεμάτα. Τα νέα παιδιά κυρίως, γίνονται οι συμπαραστάτες του Στέλιου Μπικάκη, που σταθερά συνεχίζει να γράφει, να παίζει και να τραγουδάει. Ο μικρός αριθμός των συγγενών, άρχισε να γίνεται μεγάλος αριθμός αγνώστων, οι λίγοι έγιναν περισσότεροι, ύστερα πιο πολλοί.
Το 2010 ο Νότης Σφακιανάκης τραγουδάει το τραγούδι “Γενέθλια” που έγραψε ο Στέλιος Μπικάκης.
Η πιο σημαντική συνεργασία του μέχρι τώρα, όπως αναφέρει ο ίδιος, είναι με τον Γιάννη Γιοκαρίνη. Από Κρητικούς καλλιτέχνες αναφέρεται στους Νίκο Μανιά,Γιάννη Μαρκογιαννάκη, Βαγγέλη Μαρκογιαννάκη, Στέλιο Σταματογιαννάκη, Γιώργο και Ανδρέα Χατζηδάκη, Ανδρέα Μελαδάκη, Ψαρουδάκη & Φραγκιαδάκη Αντώνη και τους αδερφούς Σαλούστρου.