Πέμπτη, 25 Ιουνίου 2015
  -
|  Ακολουθήστε μας:        

Γιατί οι Μινωϊτες έπιναν το κρασί τους ανέρωτο – Η ιστορία του κρασιού στην Κρήτη

Πέμπτη, 18 Ιουνίου 2015 - 19:46
    Γιατί οι Μινωϊτες έπιναν το κρασί τους ανέρωτο – Η ιστορία του κρασιού στην Κρήτη

    Στην Κρήτη, τη χώρα που ρέει μέλι και γάλα, τη γη που βρίσκεται κατάμεσα του μελανού πελάγου, την ώρια, την παχιά και τριγυρολουσμένη (Όμηρος), ο παιδοφάγος Κρόνος, θεός του καιρού και πατέρας του Δία, έφερε πρώτος το αμπέλι και δίδαξε στους Κρητικούς την αμπελουργία.

    Διόνυσος και Οινοπίων Έτσι αρχίζει η μακραίωνη ιστορία του υγρού χρυσού της ανέκαθεν οινοτόκου και πολυοινοτάτης Κρήτης.

    Μια ιστορία που μοιάζει με συναρπαστικό παραμύθι, καθώς βυθίζεται στους μυστηριώδεις κόσμους της προϊστορίας, μπλέκει με τον μύθο και το θρύλο, διατρέχει δυναμικά τους αιώνες και φτάνει ως τις μέρες μας, γεμάτη γεύσεις απολαυστικές, πλήρης εγκωμίων και δόξας. Κατά τον Ησύχιο η λέξη ΟΙΝΟΣ είναι κρητική και ο Διόδωρος θέλει την Κρήτη πατρίδα του πότη, γλεντζέ και πρώτου οινογνώστη και οινοπαραγωγού θεού, του Διονύσου.

     

    Αυτός μάλιστα ο ερωτομανής και σκανδαλιάρης θεός πήρε γυναίκα του την καλλιπλόκαμη πριγκίπισσα Αριάδνη, την πανέμορφη κόρη του Μίνωα και έκαμε μαζί της δυό γιούς, το Στάφυλο και τον Οινοπίωνα, που βέβαια συνδέονται άμεσα με το κρασί. Σύγχρονοι Αμερικανοί επιστήμονες ανακοίνωσαν στα Χανιά το 1992, σε διεθνές επιστημονικό Συνέδριο, ότι οι ρίζες του κρασιού βρίσκονται στην Κρήτη, όπου υπήρξε το παλαιότερο οινοποιείο στον κόσμο. Αυτή η σπουδαία ανακοίνωση – πόρισμα των μακροχρόνιων ερευνών τους δημοσιεύτηκε στο διεθνούς κύρους περιοδικό GOURMET.  

     

    Ευρήματα και μαρτυρίες Άπειρα αρχαιολογικά ευρήματα επιβαβαιώνουν τους αμερικανούς εραυνητές και αποδεικνύουν ότι η Κρήτη από τα προϊστορικά ακόμα χρόνια ήταν οινοφόρος, παρήγε άφθονο, άριστης ποιότητας κρασί, που κυριαρχούσε στο εκτεταμένο εξαγωγικό της εμπόριο. Από επιγραφές της Γραμμικής Γραφής Α (1450π.Χ.), που καταγράφουν ποσότητες κρασιού της πολυοινοτάτης Κρήτης, μαθαίνομε ότι στ’ αμπέλια, τα δοσμένα δώρο εκλεκτό, κατ’ ευθείαν από τον γιό του Δία και της Σέμελης στον βασιλιά Μίνωα, το κρητικό κρασί γινόταν σύμφωνα με την συνταγή που, καθώς θέλει η παράδοση, έδωσε ο Απόλλων στον ίδιο τον βασιλιά.

     

    Ο Μίνως λοιπόν, ο ευλογημένος από τους θεούς άρχοντας της Κνωσού, μπορεί να ήταν ο πρώτος θνητός αμπελουργός και οινογνώστης αλλά δεν συμπαθούσε καθόλου τους μπεκρήδες και με νόμο του, απαγόρευσε τις κρασοκατανύξεις στην Κρήτη ή τουλάχιστον τα μεθύσια: «εν Κρήτη δε εις ούτος εστί των άλλων νόμων ους Μίνως έθηκε, μη συμπίνεις αλλήλοις εις μέθην» (να μη μεθοκοπούν στα συμπόσια). Μετά όμως τον πανάρχαιο και μυθικό βασιλιά φαίνεται, πως ο νόμος ατόνισε ή ακυρώθηκε. Ο Δοσιάδης, που έγραψε για τα περίφημα κρητικά συμπόσια, αναφέρει ότι σε κάθε μεγάλο τραπέζι προσφερόταν κρασί από το οποίο έπιναν όλοι και μάλιστα η οινοποσία συνεχιζόταν και μετά το δείπνο. Κρατήρα με νερομένο όμως κρασί πρόσφεραν και στα παιδιά. Οι δε γεροντότεροι είχαν δικαίωμα να πιούν όσο θέλουν και μάλιστα ανέρωτο. Και η παράδοση έμεινε.. οι Κρητικοί αντίθετα προς τους άλλους Έλληνες, αρνούνται, εδώ και πολλούς αιώνες να ρίχνουν νερό στο κρασί τους. Οινοποιεία – πατητήρια βρέθηκαν πολλά στην μεγαλόνησο, για να πιστοποιήσουν την ευφορία της αμπέλου και την πλουσιώτατη παραγωγή ποικιλιών κρασιών, ήδη στα προϊστορικά της χρόνια. Στο Βαθύπετρο των Αρχανών βρέθηκε το πρώτο γνωστό στον κόσμο οινοποιείο και στην ίδια περιοχή στο Φουρνί το πληρέστερο και τελειότερο πατητήρι της απώτερης αρχαιότητας. Στη Ζάκρο, στη Κνωσό, στη Φαιστό, στη Μύρτο, στα Μάλια, στα Γουρνιά και σ’ όλους σχεδόν τους αρχαιολογικούς χώρους της Κρήτης σώζονται πατητήρια και εργαστήρια μαζικής παραγωγής αμφορέων, κυπέλλων, περίτεχνων αγγείων, που χρησιμοποιούσαν στην εμφιάλωση και το κέρασμα των κρασιών τους οι Μινωίτες και οι απόγονοι τους. Γεμάτα τα μουσεία μας με Οινοχόες, Ρυτά, Κρατήρες, Αμφορείς, Κύλικες όλων των εποχών της αρχαιότητας. Στη δυτική Κρήτη ήταν οι αμπελώνες της Κισσάμου, της Κυδωνίας, του Αποκόρωνα. Στο Ρέθυμνο απλωμένοι στις πλαγιές της Ίδης. Στη βασιλεύουσα Κνωσό, στις πλουσιώτατες Γόρτυνα και Φαιστό της Μεσαράς, στα πλουτοφόρα Μάλια, την αναπτυγμένη Τύλισο και στις εμπορικές Λύττο και Ζάκρο υπήρχαν εκτεταμένοι αμπελώνες. Οι κοιλάδες, οι λαγκαδιές, οι μικρόλοφοι και οι πεδιάδες της πάντα καρπερής Κρήτης, έτρεφαν το κλήμα του Διόνυσου και οι κρητικοί πατούσαν στις αρχές του φθινοπώρου με ξέφρενα γλέντια και διονυσιακή ορμή τους ζουμερούς καρπούς του στα πατητήρια τους, για να βγάλουν τον υπέροχο χυμό τους, μια και η ελαφρότητα καθώς και η γλυκειά θερμότητα του εδάφους, που το δροσίζουν τα μελτέμια, δίδουν στο κρητικό κρασί το γλυκό του άρωμα, το κρασί που όζει ίων, όζει ρόδων, έχει κι αυτό τη μυρωδιά του μενεξέ και του τριαντάφυλλου (Ερμιππος). …Και ο Solinus θ’ αποδώσει την υπέροχη γεύση του κρητικού κρασιού στο πλούσιο αμπέλι και την θαυμαστή εύνοια του ήλιου της Κρήτης. …Και η μαγευτική γεύση του γίνεται αιτία να καθυστερήσει ακόμα και ο απόπλους του εμπορικού πλοίου, μια και ο ναύκληρος κάθεται ξέγνοιαστος και πίνει καθυστερώντας την αναχώρηση. Κατά τον Juvenal ο ναύκληρος επιτιμάται, ίσως από τα αφεντικά του, του λένε: «Εσύ που πάντα καθυστερείς στην Κωρυκία (πολη της Δυτικής Κρήτης), που χαίρεσαι με τα’ αρωματικό κρασί, απ’ την ακτή της αρχαίας Κρήτης και μεταφέρεις τα ισοπολίτικα φλασκιά του Δία». Μινωϊκό πατητήρι στο Βαθύπετρο Ο χρυσός χυμός της Κρήτης ήταν και μονάδα πληρωμής στις συναλλαγές των Γορτυνίων του 5ου π.Χ. αιώνα «και γλεύκιος προκόους εκατόν» (εκατό πρόχους, δοχεία, γεμάτους μούστο, γλεύκος). Στο Ονομαστικό βρίσκομε τον θηραίον οίνον τον εκ Κρήτης.

    Στον Νόνο αναφέρεται ο Αστέριος Δικταίος που φέρνει «Κνώσιο αμφικύπελλο ποτήρι με μυρωδάτο γλυκό κρασί». Ο Πλίνιος μας μιλάει για το φημισμένο κρητικό σταφιδόκρασο Passum, που θεωρείται το καλύτερο κρασί της Μεσογείου. Στην Ιεράπετρα δίδεται εντολή, προφανώς από την Πολιτεία, να δοθεί «τω κοινώ οίνου τριετούς κεράμιον» στους πολίτες ένα κεράμιον τρίχρονο κρασί. Φαντάζεται τώρα κανείς πόσο ωραίο δώρο μπορούσε να είναι για τους αρχαίους ιεραπετρίτες οινόφιλους μια υδρία, ένα μπουκάλι τρίχρονο μάλιστα κρασί.

     

    Οι Ρωμαίες απαγορευόταν να πίνουν κρασί του σταφυλιού αλλά επιτρεπόταν να απολαμβάνουν τον λεγόμενο Πάσσο, τον περίφημο κρητικό οίνο, τον γλυκό χυμό, που έβγαινε από την σύνθλιψη της σταφίδας και πινόταν, για να σβύσει την δίψα «το κατεπείγον του δίψους χρώνται συτώ». Πάσσον κρητικόν αναφέρει και ο Γιουβενάλης στα Σατυρικά του, για να δείξει την μέγάλη ανάπτυξη του εξαγωγικού εμπορίου του κρασιού στα χρόνια του. Στο Ονειροκριτικό του Αρτεμιδώρου αναφέρεται ο κρητικός έμπορος που το πρόσωπον «οίνω νίπτεται», πλυνόταν με κρητικό κρασί, έτσι όπως σήμερα πολλοί, χάριν πλούτου και παιδιάς πλένονται με ακριβές σαμπάνιες! Σε εμπορικό γράμμα των ρωμαϊκών χρόνων φαίνεται πως το κρητικό κρασί ήταν πασίγνωστο και περιζήτητο στην αγορά της Ρώμης. Και ο Κλήμης ο Αλεξάνδρειος βρίσκει πως στην μεγάλη Αλεξάνδρεια υπάρχει «κρης τις γλυκύς οίνος».

    Αρχαίος Λήνος Πατούσε λοιπόν τα ζουμερά σταφύλια του Μινωίτη αμπελουργός στους άρτιους – εκλεπτισμένους πήλινους λήνους των μινωικών χρόνων καθώς και στις φυσικές ή σκαλισμένες κοιλότητες των βράχων και ο χρυσός χυμός περνούσε στα πιθάρια. «Υπάρχουν πολλά πιθάρια εκεί γεμάτα κρασί» λέει ο Όμηρος, τα περίφημα μεγάλα μινωικά πιθάρια, που φύλασαν επί αιώνες τους εύχυμους καρπούς της Κρήτης. Αυτά τα μεγάλα πιθάρια, όταν ο γλυκός χυμός του σταφυλιού «είχε βράσει, είχε ψ΄΄θεί και ωριμάσει» αποσφράγιζαν κάθε Νοέμβρη οι Μινωίτες, έβγαζαν το νέο κρασί τους κι άρχιζαν οι σπονδές στο θεό του κρασιού, οι ατέλειωτες οινοποσίες, οι γιορτές, οι πομπές και οι τελετές, η μουσική, οι χοροί και τα τραγούδια.  

    Πλήθος και οι απεικονίσεις του αμπελιού, του σταφυλιού, του κρασιού στα αρχαιολογικά ευρήματα. Στο μεγάλο γεωγραφικό, ιστορικά και κριτικό λεξικό του Μ. Βρουζέν ντε λα Μαρτινιέρ αναφέρεται: «Δεν είναι παράδοξον να βλέπει τις παλαιά νομίσματα, εκτυπωμένα εις όνομα των παλαιών κατοίκων ταύτης της νήσου, επί των οποίων παρασταίνονται στέφανα από κισσόν περιπλεγμέναμε βότρυας σταφυλής. Μ’ όλον ότι οι οίνοι ούτοι εισί πνευματωδέστατοι, ο Γαληνός τους εύρισκε τόσον συγκερασμένους ώστε επέτρεπε την χρήσιν αυτών εις τους θερμαινομένους».

     

    Σε νομίσματα της αρχαίας Κυδωνίας ήταν χαραγμένα άλλοτε ένα τσαμπί σταφύλι, άλλοτε το κεφάλι του Διονύσου και άλλοτε το όμορφο κεφάλι της θεάς με ένα στεφάνι από κληματόφυλλα. Σε άλλο νόμισμα της ίδιας πολιτείας ένα σταφάνι με κληματόφυλλα στόλιζε την κεφαλή του Βάκχου. Τέσσερις λυγερόκορμες Μινωίτισσες, με ακάλυπτα τα στήθη χορεύουν σαν ελαφίνες με τα χέρια ψυλά, κρατώντας τα ιερά σύμβολα η μία, πλατύστομο κρατήρα, που φέρνει στα χείλη της, για να πιεί κρασί η άλλη τσαμπιά σταφύλια οι άλλες. Αυτή η Διονυσιακή εικόνα είναι χαραγμένη σε χρυσό δακτυλίδι Μεσομινωικής περιόδου (1600 π.Χ. περίπου). Μια εύγλωτη αναφορά στο κρητικό κρασί την αρχαιότητα βρίσκομε στο περίφημο Σκόλιο του υβρία, όπου ο κρητικός πολεμιστής τραγουδεί: Σκάφτω, τρυγώ τ’ αμπέλι μου και σπέρνω και θερίζω τα σταφυλάκια μου πατώ με το κρασί μου το γλυκό τα χείλη μου δροσίζω

     

    Πηγή: rizaonline.gr
    Πηγή: 

    Βαθμολογήστε αυτό το άρθρο
    (0 ψήφοι)
    
    Panel

    Επικοινωνία

    Email:
    Θέμα:
    Μήνυμα: