Κυριακή, 25 Οκτωβρίου 2015
  -
|  Ακολουθήστε μας:        

Ήρθαν στο Ρέθυμνο για να γνωρίσουν τον τόπο που τους διηγούνταν οι πρόγονοί τους

Δευτέρα, 19 Οκτωβρίου 2015 - 08:34
    Ήρθαν στο Ρέθυμνο για να γνωρίσουν τον τόπο που τους διηγούνταν οι πρόγονοί τους
    Η Νιλουφέρ Μπάκογλου και η Φεριντέ Σολίμ είναι ξαδέλφες. Μεγάλωσαν στην Κωνσταντινούπολη και στη Σμύρνη αντίστοιχα και από μικρά παιδιά άκουγαν για το Ρέθυμνο. Από εδώ έφυγαν οι οικογένειές τους με την ανταλλαγή των πληθυσμών. Κι ήταν συνηθισμένο άκουσμα από συγγενικά χείλη ο τόπος που γεννήθηκαν και μεγάλωσαν ο παππούς Σεφτέρ, από την πλευρά της μαμάς και ο Χουσνί από τη μεριά του μπαμπά, δήμαρχοι και οι δυο του Ρεθύμνου, όταν αυτό ακόμα ήταν στην κυριαρχία των Τούρκων. Όμορφη πόλη, καλοσυνάτοι άνθρωποι, ένας μικρός παράδεισος, άκουγαν συνέχεια. Έτσι οι δυο κοπέλες είχαν όνειρο ζωής να γνωρίσουν τον τόπο που γεννήθηκαν οι πρόγονοί τους. Μεγάλωσαν, τέλειωσαν σπουδές, πολεοδόμος η μία, αρχιτεκτόνισσα η άλλη, έκαναν οικογένεια αλλά το όνειρο δεν ξεθώριασε. Οι συνθήκες όμως δεν επέτρεπαν την πραγματοποίησή του. Τελικά τα κατάφεραν. Ήρθαν στην πόλη αλλά που να βρουν στοιχεία κυρίως για τον παππού Σαφτέρ. Αναζητούσαν το σπίτι του, αλλά ποιος να τις βοηθήσει;
     
    Κατέληξαν στη Δημόσια Βιβλιοθήκη όπου προθυμότατες οι κυρίες έσπευσαν να τις εξυπηρετήσουν. Κατά βάθος όμως δεν ήταν και απόλυτα σίγουρες ότι θα έβρισκαν αποτέλεσμα. Πού να ήταν αυτό το σπίτι που ζητούσαν οι επισκέπτριες; Χωρίς στοιχεία περισσότερα είναι σαν να ψάχνεις «ψύλλους στ' άχυρα».
     
     
    Τι λένε οι πηγές
     
     
    Μόνο σαν όνομα και ιδιότητα αναφέρεται ο Σαφτέρ Κλαψαράκης στις διάφορες εργασίες έγκριτων συμπολιτών που ασχολούνται με την ιστορική έρευνα. Γράφει ο κ. Γιώργος Εκκεκάκης:
     
    «Κλαψαράκης Σαφτέρ (π. 1870-;;) Δήμαρχος Ρεθύμνης (1906-1910). Στο επισκεπτήριό του που σώζεται στη Δημόσια Βιβλιοθήκη Ρεθύμνου αναγράφεται Σαφτέρ Κλαψαρζαδέ και στους εκλογικούς καταλόγους αναφέρεται ως κτηματίας…».
     
    Στα βιβλία της κυρίας Μαρίας Τσιριμονάκη δεν υπήρχε σχετική πληροφορία και η έρευνα βρισκόταν σε αδιέξοδο, αλλά οι δυο κοπέλες συνέχιζαν να ψάχνουν.
     
    Ο κ. Νίκος Δερεδάκης στηριζόμενος σε στοιχεία από Μανό Αστρινό, Γιάννη Παπιομύτογλου, Γιώργο Εκκεκάκη και Σπύρο Λούπη αναφέρει σχετικά στο πλαίσιο εκτεταμένης έρευνας που έχει κάνει για την τοπική αυτοδιοίκηση:
     
    «Στις 15 Σεπτεμβρίου 1905, διορίζεται δήμαρχος ο Σεφτέρ Κλαψαράκης, ο οποίος παραμένει στη θέση αυτή μέχρι τον Απρίλιο του 1911. Το 1911 και για δυο συνεχόμενες τετραετίες, μέχρι το 1918, έχουμε δήμαρχο τον έμπορο Χουσνί Βακογλάκι, ο οποίος είχε διατελέσει και σύμβουλος του Γυμναστικού Συλλόγου Ρεθύμνου. Στη διάρκεια της θητείας του η Κρήτη ενώνεται με την Ελλάδα, αλλά αυτός παραμένει δήμαρχος Ρεθύμνου, έστω και διορισμένος από την Κρητική Πολιτεία…».
     
    Ο κ. Γιάννης Παπιομύτογλου επίσης αναφερόμενος στα έργα που έγιναν στην προκυμαία Ρεθύμνου αρχές του περασμένου αιώνα (ΑΓΟΝΗ ΓΡΑΜΜΗ) επί δημαρχίας Σαφτέρ Κλαψαράκη, γράφει ότι προκηρύχθηκαν τη διετία 1906-1907, αλλεπάλληλες δημοπρασίες για την προμήθεια άνω των 35.000 πλακών διαστάσεων 40Χ40Χ15 εκ. Κατά τα λεγόμενα του Ιωάννη Δεττοράκι το έργο ανέλαβε ο Δημήτριος Λεφάκης, για τον οποίο μας δίνει αρκετές πληροφορίες ο Γ.Π. Εκκεκάκης. Οι πέτρες μεταφέρθηκαν από το λατομείο στην προκυμαία με μακρύ χαμηλό κάρο.
     
    Για τον τόπο κατοικίας του δημάρχου όμως δεν υπήρχε καμιά πληροφορία.
     
     
    Που βρισκόταν το σπίτι του παππού;
     
     
    Σε ένα μικρό σωρό από βιβλία και εκλογικούς καταλόγους βρήκα τη Φεριντέ και τη Νουλιφέρ μπαίνοντας για την καθημερινή μου αναζήτηση στη Βιβλιοθήκη. Η ευγενέστατη και προθυμότατη πάντα κ. Αθηνά Βερνάδου έκανε τις συστάσεις κι όπως άκουσα «Σμύρνη» κάτι σκίρτησε μέσα μου.
     
    Τυχερή σκέφτηκα η Φεριντέ. Αυτή μπορεί να βρει έστω και δυο πέτρες από το σπίτι του παππού της. Αν εγώ πήγαινα στη Σμύρνη τι θα έβρισκα; Μια τεράστια πλατεία να καλύπτει την καμένη γη. Το σπίτι του παππού, το πατρικό της γιαγιάς μπόλικη στάχτη στην τεφροδόχο της μνήμης.
     
    Αφηρημένη άκουσα να δίνουν μια πληροφορία για ένα σπίτι στην οδό Χατζηγρηγοράκη. Θα ήταν ανάρμοστο να παραστήσω την αδιάφορη. Στο κάτω κάτω της γραφής τι έφταιγαν οι κοπέλες; Προθυμοποιήθηκα να τις συνοδεύσω. Δίπλα ακριβώς από τα παλιά γραφεία των Ρεθεμνιώτικων Νέων σταματήσαμε. Μια επιβλητική πόρτα τράβηξε την προσοχή μας κι εκεί που ψάχναμε κουδούνι εμφανίστηκε το ζεύγος Βαγγέλη και Ιωάννας Στεφανάκη, ιδιοκτήτες σήμερα του κτιρίου. Τελικά δεν ήταν το σπίτι που ψάχναμε αλλά του πατέρα Κλαψαράκη.
     
     
    Ένα αξιοθέατο για την πόλη
     
     
    Πάλι ο κ. Εκκεκάκης μας κατατοπίζει αναφέροντας:
     
    «Κλαψαράκης Εδεχέμ μπέης (π. 1840-;;;) Έπαρχος Αμαρίου το 1885, πληρεξούσιος βουλευτής Αγίου Βασιλείου το 1889, έμπορος στο Ρέθυμνο το 1898. Εκλέξιμος για πρωτοδίκης το 1892…».
     
    Εδώ λοιπόν έμενε ο πατέρας του Σαφτέρ Κλαψαράκη που αναζητούσαμε. Πρόγονος κι αυτός αλλά δεν ήταν αυτό που έψαχναν οι κοπέλες.
     
    Ουδέν κακόν αμιγές καλού. Μπορεί να μην βρήκαμε το σωστό σπίτι, αλλά είχαμε την ευκαιρία να γνωρίσουμε ένα αρχοντικό που το ζεύγος Στεφανάκη το έχει μεταβάλει σε αξιοθέατο. Κι ενώ περνάμε συνεχώς από εκεί δεν το είχαμε προσέξει ποτέ.
     
    Το ακίνητο αυτό, σύμφωνα με το διαφημιστικό προσπέκτους που το αφορά, είναι χαρακτηρισμένο διατηρητέο μνημείο. Τα πέτρινα φουρούσια στα οποία στηρίζεται η οροφή του οντά είναι και το μοναδικό δείγμα στην πόλη.
     
    Ο Εδεχέμ Κλαψαράκης πρόεδρος της Μουσουμανικής Δημογεροντίας και Εφκαφίου, το πούλησε στον πατέρα της τελευταίας ιδιοκτήτριας Αμαλίας Σ. Σαββάκη.
     
    Στο βιβλίο του Νίκου Κοκονά « Ιστορία των Νοσοκομείων Κρήτης» αναγράφεται ότι στο κτίριο αυτό ιδρύθηκε μεταξύ των ετών 1866 και 1870 Κρατικό και λίγο αργότερα Δημοτικό Νοσοκομείο για Χριστιανούς και Μουσουλμάνους, σύμφωνα με τη μαρτυρία του Μουχαρέμ Νουμενάκη.
     
    Η διακριτική πολυτέλεια που κυριαρχεί σου κόβει την ανάσα.
     
    Ο προορισμός του είναι η φιλοξενία τουριστών που το έχουν στη διάθεσή τους σε όλο το διάστημα των διακοπών τους χωρίς άλλους πελάτες ανάμεσά τους. Ονειρεμένος χώρος, απείρακτος από το χρόνο. Βλέπεις να ζωντανεύει ένα παρελθόν αφού τίποτα από έπιπλο που δημιουργεί ατμόσφαιρα εποχής, δεν έχει απομακρυνθεί. Οι όποιες επεμβάσεις αφορούν μόνο στη συντήρηση του κτηρίου. Όπως γίνεται σε πολλές πόλεις της Ευρώπης. Ο χώρος είναι πολυτελέστατος με όλες τις ανέσεις αλλά χωρίς να αλλοιώνει το παραμικρό το χρώμα και το ύφος των χρόνων που έσφυζε το κτήριο από τη ζωή των ενοίκων του. Εντυπωσιακή λεπτομέρεια ο χώρος που περιορίζονταν οι γυναίκες του σπιτιού, στο κιόσκι του δεύτερου ορόφου. Εκεί μέσα από τα ξύλινα κάγκελα έβλεπαν τους επισκέπτες που ήταν κάτω στον οντά. Τα σερβίτσια είναι από παλιά φίνα πορσελάνη, εποχής 19ου αιώνα.
    Ώρα μόνο να έχεις να το περιηγηθείς και πάλι «δεν το χορταίνεις». Αξίζουν συγχαρητήρια πράγματι ο Βαγγέλης και η Ιωάννα Στεφανάκη που κατάφεραν να διατηρήσουν ένα τόσο σημαντικό από αρχιτεκτονικής πλευράς αρχοντικό της πόλης με αρκετές, καθώς φαίνεται οικονομικές θυσίες.
     
     
    Συνέχεια της έρευνας
     
     
    Εμείς όμως έπρεπε να συνεχίσουμε την αναζήτηση. Κι όπως κατεβαίναμε την τεράστια σκάλα ήρθε στο νου η κυρία Μαρία Τσιριμονάκη.
     
    Γνωστή η σπουδαία εκδοτική της προσπάθεια να διατηρήσει στοιχεία από οικογένειες του Ρεθύμνου. Ίσως κάτι θα μπορούσε να ξέρει. Ήταν η μόνη μας ελπίδα γιατί ο κ. Λεωνίδας Καούνης που διατηρεί επαφές με Τούρκους που ζούσαν στο Ρέθυμνο, τη συγκεκριμένη οικογένεια δεν την γνώριζε. Στην αρχή η σεβαστή δέσποινα δεν μπορούσε να μας δώσει μια θετική απάντηση. Κι εκεί που ετοιμαζόμαστε να επιστρέψουμε στη βιβλιοθήκη, μου τηλεφωνεί και μου δίνει το σπουδαίο νέο.
     
    Απέναντι στον σημερινό κινηματογράφο «Απόλλων» ήταν το σπίτι της οικογένειας Τσιριντάνη, παππού και γιαγιάς από την πλευρά της μητέρας της. Και δίπλα ακριβώς το σπίτι του Σαφτέρ Καψαλαράκη. Μάλιστα τις δυο οικογένειες συνέδεε στενή φιλία και ανταλλαγή βοήθειας σε δύσκολες εποχές. Όταν κινδύνευσε ο παππούς Τσιριντάνης από τον τουρκικό όχλο, σε μια περίοδο αναταραχής, στο σπίτι του Σαφτέρ βρήκε σίγουρο καταφύγιο και σώθηκε. Ανταπέδωσε την ευεργεσία το 1913 που εν όψει της Ένωσης της Κρήτης με την Ελλάδα, είχαν σημειωθεί επεισόδια στην πόλη του Ρεθύμνου, από την επιθυμία των ντόπιων να απαλλαγούν μια ώρα αρχύτερα από τους Τούρκους. Σ' αυτή την κρίσιμη ώρα το σπίτι του Τσιριντάνη έγινε καταφύγιο προστασίας για το Σαφτέρ Κλαψαράκη μέχρι που αποκαταστάθηκε η ηρεμία.
     
     
    Καρποφόρο αποτέλεσμα
     
     
    Βρεθήκαμε τελικά έξω από το σπίτι που δοκιμάζεται σκληρά από τον χρόνο. Σύμφωνα με πληροφορίες μας, κάποιος Χανιώτης το έχει αγοράσει. Αλλά είναι σε κακή κατάσταση. Τα πορτοπαράθυρα έτοιμα να διαλυθούν. Η Νιλουφέρ και η Φεριντέ όμως κοιτάζουν αχόρταγα. Και σαν ειδικές το εξετάζουν και από το αντικείμενο της επιστήμης τους.
     
    Η συγκίνησή τους πάντως είναι μεγάλη, καθώς το ταξίδι τους είχε αποτέλεσμα.
     
    Η Φεριντέ μας μιλά για τον παππού Σαφτέρ. Όσα τελικά ήξερε από διηγήσεις. Ήταν κι αυτός δικηγόρος. Όταν εγκαταστάθηκε στην Τουρκία, έκανε ένα ταχύρυθμο σεμινάριο για να ενημερωθεί γύρω από τους νόμους της χώρας του κι έπειτα για ένα διάστημα δίδασκε νέους νομομαθείς σε επίπεδο ανώτερων σπουδών.
     
    Υπηρέτησε το δημοκρατικό χώρο και υπερασπίστηκε πολιτικές προσωπικότητες του καιρού του όταν περνούσαν από δίκη. Πέθανε πρόωρα σχετικά.
     
    Λίγο πριν αποχαιρετιστούμε περάσαμε ακόμα μια φορά έξω από το σπίτι για μια αναμνηστική φωτογραφία. Κοιτούσαν και οι δυο κοπέλες ευτυχισμένες τον φακό της μηχανής μου. Κι εγώ ένιωθα σαν να εκπλήρωνα προγονικό χρέος. Μπορεί η γιαγιά να ήρθε με το «συνωστισμό» στην Ελλάδα με την «ψυχή στο στόμα». Μπορεί να θρηνούσε το κοριτσάκι που άφησε άθελά της πίσω, γιατί κρατούσε ένα μωρό στην αγκαλιά κι ένα αγοράκι δύο χρόνων από το χέρι… Μπορεί να θυμόταν τι έζησε στα πατρογονικά της και να στέναζε από βασανιστική νοσταλγία.
     
    Αλλά το μόνο που έλεγε ήταν «ανάθεμα στον αίτιο».
     
    Μπορεί ο παππούς να έζησε στην κόλαση τετράχρονης αιχμαλωσίας μετά την καταστροφή του '22. Μπορεί να πεταγόταν τις νύχτες από τους εφιάλτες όσων πέρασε.
     
    Αλλά όταν θυμόταν τα γεγονότα, μου ανέλυε τα βαθύτερα αίτια που προκάλεσαν την εθνική τραγωδία καταλήγοντας κι αυτός στη γνωστή επωδό «ανάθεμα στον αίτιο».
     
    Μιλούσαν βέβαια και για Τούρκους, αλλά αυτοί που θυμόντουσαν με αγάπη, δεν κρατούσαν μαχαίρι ούτε έβαζαν φωτιά.
     
    Ήταν συνεσταλμένα κορίτσια που μοιράζονταν με τη γιαγιά μυστικά της νιότης, φτιάχνοντας μαζί πομάδες για το πρόσωπο. Και νεαροί που έτυχε να γλεντήσουν με τον παππού χωρίς ποτέ να τον κακοκαρδίσουν. Ίσως γι' αυτό να αναθεμάτιζε και ο ίδιος μόνο τα πραγματικά αίτια που προκάλεσαν τα δραματικά γεγονότα για να υποστηριχθούν τα συμφέροντα των ισχυρών σε βάρος πάντα των λαών.
     
    Ανταλλάξαμε τηλέφωνα και διευθύνσεις με την Φεριντέ και τη Νιλουφέρ. Εκεί που δίναμε το φιλί του αποχαιρετισμού τράβηξε τη ματιά μου ένα περιστέρι στην κορυφή του ετοιμόρροπου σπιτιού. Καθόταν ακίνητο και μας παρακολουθούσε. Τυχαίο; Δεν νομίζω…
     
    Βαθμολογήστε αυτό το άρθρο
    (0 ψήφοι)
    
    Panel

    Επικοινωνία

    Email:
    Θέμα:
    Μήνυμα: